Παρασκευή 6 Ιουλίου 2012


Παρέα πανσελήνου

Πήρα πούρα για παρέα πανσελήνου
Μιας κι η νύχτα δεν έβγαινε
Μα όχι και ταξί
Για να βρω τη μάρκα μου
Tαξική συνείδηση;
Παραδόξως βιαζόμουν
Ή μήπως ντράπηκα το φεγγάρι
Που δεν σταματά ποτέ
Χωρίς να ζητά
 Άτιμο φεγγάρι
 Με διαβάλλεις με προσβάλεις
Και τον λύκο δεν αφήνεις να κοιμηθεί

Στον πηγαιμό ένας  με σκύλο
Τους μπέρδεψα
Στον ερχομό ένας που κατούραγε τους θάμνους
Ταράχτηκε
Ερημιά

Σε λίγο πρέπει να ξυπνήσω
Και τι είναι αυτές οι αηδίες που κρατάω;
Αύριο ίσως δεν θα μιλάω
Μα δεν πειράζει να ‘σαι σίγουρος
Θα περπατάω
Θα γράφω
Τα περίπτερα θα είναι ανοιχτά
Κι όλα θα ‘ναι ωραία

Πέρασαν μόνο δέκα λεπτά
Να πάρει
Δεν βγαίνει η νύχτα
Μόνο η καρδιά
Να χτυπήσει δυό φορές στο χέρι μου
Φτάνει πάλι μέσα μετά
Και αν έχεις την καλοσύνη
Μια πετσέτα για τα χέρια
Σαν μαυρίσει
Θα πούμε ότι ήταν σοκολάτα

Αυτό το κόλπο πάντα πιάνει
Τις νύχτες
Με πανσέληνο




Ευτυχία

Πόσα έδωσα για να βρεθώ εδώ
Πόσους ανθρώπους χρόνια πράγματα
Όλα για το γλυκό όραμα
Πόσα το σκοτάδι που άφησα πίσω
Για να βρεθώ παραδόξως στο φως
Φάρος στα μαύρα κύματα
Πάνω στον όρθιο βράχο
Και τη μοναξιά του.
Ναι, είμαι εκείνος
Που άλλαξε τα πάντα με το τίποτα
Και είμαι ευτυχισμένος.


Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012


Όλοι έχουν δίκιο

Έχοντας τακτοποιήσει τον εαυτό μου στην κατάλληλη γωνία και μην έχοντας άλλο κάτι να κάνω,
Είπα να τεθώ στην υπηρεσία των ανθρώπων, προχωρώντας έτσι προς την ενότητα.
Σύντομα είδα ξανά την δυσκολία του να πράττεις όπως αντικειμενικά. Είναι δύσκολο από τα πράγματα να υπηρετήσεις όταν δεν ξέρεις τι να κάνεις παρά να σκύψεις. Όλοι έχουν δίκιο, σωστά – η ζωή τους οδηγεί σε αυτό. Αν τους ρωτήσεις – δεν το ξέρουν. Οπότε πώς να πράξεις παρά μόνο καταδικασμένος στο τρύπιο καράβι του εγώ τους ;  Αντί συνδρομή επιθυμούν υπακοή, σύμπνοια, προκατασκευάσματα, νανουρίσματα, κυριαρχία. Και ο λόγος τους; Δεν αξίζει μία. Μα δεν επιτρέπεται η ψευδαίσθηση. Ας βοηθήσουν λοιπόν τον εαυτό τους.
Κανείς δεν ακούει κανέναν, συμφύρματα διαλόγων βουλιάζουν και αναπλάθονται στο μονόλογο του μυαλού τους. Ο χρόνος τους κυνηγά απαίσια και πρέπει να αποφασίζουν γρήγορα, σκεπτόμενοι μόλις τα βασικά, και να ‘χουν δίκιο για να μη χαθούν – σωστά, η ζωή τους οδηγεί σε αυτό. Οπότε τι να πράξεις;
Στο τέλος της ημέρας, και το λιοντάρι έχει ίδιο δίκιο: δεν τους ακούς έξω που μουγκρίζουν, που ουρλιάζουν, με γυαλάδα στα μάτια; Κυνηγούσα όλη μέρα, κι αν με ενοχλήσεις θα σε σκίσω. Παρόλο που δεν πεινώ. Πρόκειται για μεγάλη παράβαση, μα δεν το ξέρει. Δεν έχει χρόνο, είναι κουρασμένο, κυνηγούσε για τα μικρά, τα ζώα εκεί έξω λιγοστεύουν – και κάποια επίσης κυνηγούν. Η ζωή το οδήγησε σε αυτό. Ας μη γελιόμαστε – κι ο μυρμηγκοφάγος θα ‘κανε το ίδιο, αν δεν ήταν ζώο ειρηνικό κι  αν δεν σκότωνε έτσι ή αλλιώς όλη τη μέρα.  Οπότε;
Όταν η απομόνωση επιστρέφει για καλό λόγο γίνεται εύκολα εγωισμός, υποβάθμιση των άλλων – σε όσους έχουν αρκετή αυτοσυγκράτηση για να μην γίνει αντιπάθεια, εχθρότητα, μίσος.
Είμαστε όλοι κυνηγοί. Η ζωή μας οδήγησε σε αυτό. Όλοι έχουν δίκιο.
Με το μαγικό μανδύα μου ωστόσο κρύβομαι και τα αναποδογυρίζω όλα. Επειδή όλα είναι εφήμερα, κι έτσι ασήμαντα, περαστικά, μηχανική αιτιότητα.
Διαρκεί μόνο το αληθινό.
Για αυτό είμαι μόνος. Πιο μόνος από ό,τι η λέξη μπορεί να  πει. Γιατί  είμαι ταγμένος στο παράδοξο. Δεν μπορώ να βοηθήσω κανέναν.
Ας γελάει λοιπόν ο Ουρανός, σχίζοντας και διασχίζοντας τις εσχατιές των εξαρτημένων από τον  Ήλιο. Ωστόσο – δεν θα γονατίσω. Όχι αρπακτικό, μα υπηρέτης, αδύνατο των ανθρώπων, μα δυνατό της Ενότητας. Ας βρουν λοιπόν το καλό από εκεί.
Δεν είναι καιρός για Μεσσίες, θα σου το πουν όλοι οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι. Οι σταυροί είναι πια πολλοί, όσοι οι ζωές. Η Ενότητα όμως παραμένει μια. Ο καιρός της δεν παρέρχεται. Ήταν, είναι και θα είναι. Γιατί η ζωή, να το ξέρεις, δεν τελειώνει ποτέ.
 Εσύ;



μια ματιά από μακριά

                                    Love is an irresistible desire to be irresistibly desired.
                                             Ρόμπερτ Φροστ

Σα μαχαιριά στην κοιλιά, ο πόνος απλώνεται
Σαν σχισμή που ανοίγει,  εξαπλώνεται
Μην φοβάσαι, αίμα δεν θα τρέξει
Ποτέ απ’ όποιον αντέξει
Κάνε ένα βήμα όμως πίσω
Ρίξε ξανά μια ματιά
Ρίξε το μαχαίρι κάτω
Ξέρω πώς δεν το ‘θελες
Ρίξε μια ματιά από μακριά
Για μερικά πράγματα
Πλέον βλέπεις
Δεν υπάρχει γιατρειά




Αύριο πάλι

Πέντε και πέντε
Τα πουλιά αρχίσαν να κελαηδούν
Αν και η σελήνη μεσουρανεί
Η νύχτα τελειώνει
Μην παραπονιέσαι αγάπη μου
Έλα
Αύριο το βράδυ πάλι
Θα πετάξουμε